Polykleitos Rengos was born on the island of Naxos in 1903.

His whole family moved to Thessaloniki in 1913. By 1920 he studied at the Athens School of Fine Arts at the Nikolaos Lytras workshop up until 1926. From 1930 to 1935 he continued his studies in Paris at the Grande Chaumiare Academy and the Louvre, while at the same time taking engraving lessons at Dimitris Galanis’ studio. His artistic education was completed with the study of the great painters in the museums of France, England, Spain, Italy, Austria and America.

Having started to exhibit in 1926, he presented his work in solo, group, Panhellenies and international exhibitions of painting and engraving, such as the 1st Biennale of Engraving at Cracow in 1966, the Annual Engraving Salon in Ancona in 1966 (gold medal for Greece) and 1968 and the Alexandria Biennale in 1957. He also took part in Parisian Salons and in the exhibitions of the Art Group, of which he was a founding member. In 1980 his work was presented in a retrospective exhibition at the National Gallery and in 1983 at the Vafopouleio Cultural Center in Thessaloniki.

In Paris in 1934 he published an album with 21 woodcuts from Mt. Athos, with a preface by the well-known Byzantinologist Charles Deal. In the framework of his broader artistic creation, he was also involved with the illustration of literary magazines, the religious painting of churches and the painting of portable icons. He moreover published articles on art and did radio programs while from 1951 to 1969 he taught drawing at the Aristotelian University of Thessaloniki, where he had settled in 1935.

His painting, which includes landscapes and portraits, still lifes and genre scenes, mythological subjects and religious representations, is characterized by a personal style and combines elements derived from the teachings of his professors, the works of Maleas and Papaloukas, the painting of the early Renaissance and Byzantine art and, finally, modern movements.

He died in Thessaloniki in 1984.

Ο Πολύκλειτος Ρέγκος γεννήθηκε στη Νάξο το 1903.

Το 1913 εγκαταστάθηκε οικογενειακώς στη Θεσσαλονίκη και στη συνέχεια σπούδασε στη Σχολή Καλών Τεχνών, στο εργαστήριο του Νικολάου Λύτρα (1920- 1926). Από το 1930 ως το 1935 συνέχισε τις σπουδές του στο Παρίσι, στην Ακαδημία Grande Chaumiere και στο Λούβρο, ενώ παράλληλα παρακολουθούσε μαθήματα χαρακτικής στο εργαστήριο του Δημήτρη Γαλάνη. Η καλλιτεχνική του επιμόρφωση ολοκληρώθηκε με τη μελέτη των μεγάλων ζωγράφων στα μουσεία της Γαλλίας, Αγγλίας, Ισπανίας, Ιταλίας, Αυστρίας και Αμερικής.

Έχοντας ξεκινήσει την εκθεσιακή του δραστηριότητα από το 1926, παρουσίασε το έργο του σε ατομικές, ομαδικές, Πανελλήνιες και διεθνείς εκθέσεις ζωγραφικής και χαρακτικής, όπως η Α΄ Διεθνής Μπιενάλε Χαρακτικής στην Κρακοβία το 1966, το Ετήσιο Σαλόνι Χαρακτικής στην Αγκόνα το 1966 (χρυσό μετάλλιο για την Ελλάδα) και το 1968 και η Μπιενάλε της Αλεξάνδρειας το 1957. Έλαβε επίσης μέρος σε παρισινά σαλόνια και σε εκθέσεις της “Ομάδος Τέχνη”, της οποίας υπήρξε ιδρυτικό μέλος. Το 1980 το έργο του παρουσιάστηκε σε αναδρομική έκθεση στην Εθνική Πινακοθήκη και το 1983 στο Βαφοπούλειο Πνευματικό Κέντρο της Θεσσαλονίκης.

Το 1934 εξέδωσε στο Παρίσι ένα λεύκωμα με 21 ξυλογραφίες από το Άγιον Όρος, με πρόλογο του γνωστού βυζαντινολόγου Καρόλου Ντιλ. Στο πλαίσιο της ευρύτερης καλλιτεχνικής του δημιουργίας ασχολήθηκε με την εικονογράφηση λογοτεχνικών περιοδικών και την αγιογράφηση εκκλησιών και φιλοτέχνησε φορητές εικόνες. Δημοσίευσε επίσης άρθρα για την τέχνη και έκανε εκπομπές στο ραδιόφωνο, ενώ από το 1951 ως το 1969 δίδαξε σχέδιο στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης, όπου είχε εγκατασταθεί από το 1935.

Η ζωγραφική του, που περιλαμβάνει τοπία και προσωπογραφίες, νεκρές φύσεις και ηθογραφικές σκηνές, μυθολογικά θέματα και θρησκευτικές παραστάσεις, χαρακτηρίζεται από ένα προσωπικό ύφος που συνδυάζει στοιχεία από τα διδάγματα των δασκάλων του, το έργο του Μαλέα και του Παπαλουκά, τα έργα της πρώιμης αναγέννησης, τη βυζαντινή τέχνη αλλά και τα σύγχρονα ρεύματα.

Πέθανε στη Θεσσαλονίκη το 1984.