He studied at the School of Fine Arts in Athens with teachers Konstantinos Parthenis, Dimitrios Biskini, Thomas Thomopoulos and Yiannis Kefallinos. After graduating in 1938, he worked with the painter Evangelos Ioannidis and thanks to his apprenticeship with Fotis Kontoglou and Professor Alexandros Xygopoulos, he came into contact with the tradition and essence of Byzantine and post-Byzantine art. Together with Giannis Tsarouchis, he worked as an assistant on the monumental mural that Kontoglou painted in his house and today is in the National Gallery. He traveled to many European countries and carried out free artistic studies in Munich and Italian cities. On his return to Greece he served for many years in education, while in 1967 he was appointed professor in the chair of painting at the School of Architecture of the Metsovio Polytechnic, where he worked as a curator from the late 1930s.
Already before the war, he presented his painting works in a solo exhibition organized at the house of N. Kalamaris (1939), provoking strong reactions from the critics, and a series of solo presentations and participations in group and international exhibitions followed. A year earlier, in 1938, Kyklos published his first poetry collection entitled “Don’t talk to the driver”, while in 1939 “Key Cymbals of Silence” was published. In 1954 he exclusively represented Greece at the Venice Biennale with one hundred works, and a year later he took part in the São Paulo Biennale. He also participated in all the exhibitions of the “Armos” group, of which he was a founding member (1964). In 1958 he was honored with the 1st Poetry Prize of the Ministry of Education and in 1966 he was awarded the Golden Cross of George I for his painting work. Retrospective exhibitions of his work were organized in 1977 at the Moraitis Studies Society and in 1983 at the National Gallery. He was also involved in scenography and book illustration.
Proponent and dominant form of an idiosyncratic, adapted to Greek conditions, version of surrealism, representative of the so-called generation of the 30s, combines elements and images from a wide range of the Greek tradition, from mythology and antiquity to Byzantium, the modern years and the modern era, in an unconventional way, sometimes bitterly ironic and sometimes humorous. Manifest in his paintings is the erotic mood, which is personified in the nude male and female figures that star. He emphasized the catalytic influence exerted on his work by the art of Parthenis and Kontoglou’s teachers as well as his acquaintance with the poet Andreas Empirikos and the outstanding representative of metaphysical painting Giorgio de Chirico. Thanks to both his painting and his poetic work, Engonopoulos, a man of broad culture, is one of the great intellectual figures of post-war Greece.
Σπούδασε στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας με δασκάλους τους Κωνσταντίνο Παρθένη, Δημήτριο Μπισκίνη, Θωμά Θωμόπουλο και Γιάννη Κεφαλληνό. Μετά την αποφοίτησή του το 1938, δούλεψε κοντά στο ζωγράφο Ευάγγελο Ιωαννίδη και χάρη στη μαθητεία του κοντά στο Φώτη Κόντογλου και τον καθηγητή Αλέξανδρο Ξυγγόπουλο ήλθε σε επαφή με την παράδοση και την ουσία της βυζαντινής και μεταβυζαντινής τέχνης. Μαζί με το Γιάννη Τσαρούχη δούλεψε ως βοηθός στη μνημειακή τοιχογραφία που ο Κόντογλου ιστόρησε στο σπίτι του και σήμερα βρίσκεται στην Εθνική Πινακοθήκη. Ταξίδεψε σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες και πραγματοποίησε ελεύθερες καλλιτεχνικές σπουδές στο Μόναχο και σε πόλεις της Ιταλίας. Κατά την επιστροφή του στην Ελλάδα υπηρέτησε επί πολλά χρόνια στην εκπαίδευση, ενώ το 1967 διορίστηκε καθηγητής στην έδρα της ζωγραφικής στην Αρχιτεκτονική Σχολή του Μετσόβειου Πολυτεχνείου, όπου από τα τέλη της δεκαετίας του 1930 εργαζόταν ως επιμελητής.
Ήδη προπολεμικά παρουσίασε ζωγραφικά του έργα σε ατομική έκθεση που οργανώθηκε στην οικία του Ν. Καλαμάρη (1939), προκαλώντας τις έντονες αντιδράσεις της κριτικής, και ακολούθησε σειρά ατομικών παρουσιάσεων και συμμετοχών σε ομαδικές και διεθνείς εκθέσεις. Ένα χρόνο νωρίτερα, το 1938, είχε κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Κύκλος η πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο “Μην ομιλείτε εις τον οδηγόν”, ενώ το 1939 εκδόθηκαν τα “Κλειδοκύμβαλα της σιωπής”. Το 1954 εκπροσώπησε κατ’ αποκλειστικότητα την Ελλάδα στην Μπιενάλε της Βενετίας με εκατό έργα, και ένα χρόνο αργότερα πήρε μέρος στην Μπιενάλε του Σάο Πάολο. Μετείχε επίσης σε όλες τις εκθέσεις της ομάδας”Αρμός”, της οποίας ήταν ιδρυτικό μέλος (1964). Το 1958 τιμήθηκε με το Α΄ Βραβείο Ποίησης του Υπουργείου Παιδείας και το 1966 του απονεμήθηκε ο Χρυσός Σταυρός του Γεώργιου Α΄ για το ζωγραφικό του έργο. Αναδρομικές εκθέσεις του έργου του οργανώθηκαν το 1977 στην Εταιρεία Σπουδών Μωραΐτη και το 1983 στην Εθνική Πινακοθήκη. Ασχολήθηκε επίσης με τη σκηνογραφία και την εικονογράφηση βιβλίων.
Εισηγητής και κυρίαρχη μορφή μιας ιδιότυπης, προσαρμοσμένης στα ελληνικά δεδομένα, εκδοχής του υπερρεαλισμού, εκπρόσωπος της ονομαζόμενης γενιάς του ΄30, συνδυάζει στοιχεία και εικόνες από ένα ευρύ φάσμα της ελληνικής παράδοσης, από τη μυθολογία και την αρχαιότητα έως το Βυζάντιο, τα νεότερα χρόνια και τη σύγχρονη εποχή, με τρόπο αντισυμβατικό, άλλοτε πικρά ειρωνικό κι άλλοτε χιουμοριστικό. Έκδηλη στους πίνακές του είναι η ερωτική διάθεση, που προσωποποιείται στις γυμνές αντρικές και γυναικείες μορφές που πρωταγωνιστούν. Ο ίδιος τόνιζε την καταλυτική επιρροή που άσκησε στο έργο του η τέχνη των δασκάλων του Παρθένη και Κόντογλου καθώς και η γνωριμία του με τον ποιητή Ανδρέα Εμπειρίκο και τον κατεξοχήν εκπρόσωπο της μεταφυσικής ζωγραφικής Giorgio de Chirico. Χάρη τόσο στο ζωγραφικό όσο και στο ποιητικό του έργο, ο Εγγονόπουλος, άνθρωπος με πλατιά κουλτούρα, συγκαταλέγεται στις μεγάλες πνευματικές μορφές της μεταπολεμικής Ελλάδας.
Biography Source | Πηγή Βιογραφικού: https://www.nationalgallery.gr/artist/engonopoulos-nikos/
View works of Nikos Engonopoulos on Art.gr | Έργα του Νίκου Εγγονόπουλου στο Art.gr