Jannis Spyropoulos was born in Pylos, Messinia in 1912 and studied at the Athens School of Fine Arts, under Thomopoulos, Argyros and Vikatos (1930-36). He continued his studies in Paris, at the École des Beaux-Arts under Charles Guerin and at the Academies Colarossi και Julian, on a three-year grant by the Academy of Athens (1938-40). In 1940, he returned to Greece because of the Greek-Italian war. From 1946 to 1967 he was in charge of the cultural events programme for the Workers Social Benefits Organization (OEE).
In the early years of his artistic career, his painting was figurative, with apparent influences by his studies in Athens and Paris. Around 1954, his style started to shift gradually towards abstraction. In his painting, he employs the expressive power of texture, by attaching and integrating various materials into the work’s surface. The gestural interventions (scratches, tears, stains, handwriting) and the evocative use of colour create a personal style of an intensely dramatic nature.
He was one of the first Greek artists to be affiliated with the movement of abstract art. However, although he lived in Greece, his artistic presence in the country was very limited: He had very few participations in group exhibitions, while he organized only one solo show in Athens (Parnassos gallery, 1950) and one in Thessaloniki (Techni gallery, 1960). It was only after 1980, that he would begin to present his printmaking work somewhat regularly.
He represented Greece in the Biennales of Alexandria (1955), Sao Paulo (1957) and Venice (together with Kondopoulos, Lameras, Mylona and Papadimitriou, 1960), where he was awarded the Unesco Prize. He participated in the Documenta III (Kassel, Germany, 1964), in the greek and the international Pavilion of Expo 1970 (Osaka, Japan), in the Documenta Sammlung Kunsteverein (Kassel, Germany, 1975) and in many other international art fairs. At the same time, his work was showcased in solo exhibitions in galleries and museums worldwide, outside Greece (other european countries, America, Australia, Asia). His international presence established him as an important representative of the european abstract art. He received the Gold Medal of Ostend (Belgium, 1961), the Commander of the Phoenix Medal (Greece, 1966) and the Gottfried-von-Herder Prize (Austria, 1978).
The Foundation Jannis and Zoe Spyropoulos was established in 1990, the year of his death (Athens), in order to study and promote his work, as well as to support young artists with an annual grant. The primary concern of the Foundation was the presentation of the artist’s painting work, that was little known in Greece. Thus, from 1994 to 1998, posthumous retrospective exhibitions were organized at the Macedonian Museum of Contemporary Art (Thessaloniki, 1994), the Athens National Art Gallery (Athens, 1955) and in several other Greek cities. His last major retrospective was presented at the Benaki Museum (Athens, 2010).
Three monographs on his work have been published: in 1962, written by Chrysanthos Christou, in 1989, written by Effie Strouza and edited and published by Nees Morfes gallery, and in 2010, written and edited by Yiannis Papaioannou.
Ο Γιάννης Σπυρόπουλος γεννήθηκε στην Πύλο Μεσσηνίας το 1912 και σπούδασε στην ΑΣΚΤ της Αθήνας με δασκάλους τον Θωμόπουλο, τον Αργυρό και τον Βικάτο (1930 – 1936). Το 1938, με τριετή υποτροφία της Ακαδημίας Αθηνών, συνέχισε τις σπουδές του στο Παρίσι, στην Ecole des Beaux Arts με τον Charles Guerin και στις Ακαδημίες Colarossi και Julian. Επέστρεψε σην Ελλάδα με την έκρηξη του Πολέμου το 1940. Από το 1946 ως το 1967 συνεργάστηκε με τον Οργανισμό Εργατικής Εστίας ως υπεύθυνος για την οργάνωση πολιτιστικών εκδηλώσεων.
Αρχικά η ζωγραφική του ήταν παραστατική, με εμφανείς επιρροές από την μαθητεία του στην ΑΣΚΤ και στο Παρίσι. Γύρω στο 1954 η γραφή του άρχισε να απομακρύνεται από τη συμβατική αναπαράσταση και οδηγήθηκε βαθμιαία προς την αφαίρεση. Στα έργα του αξιοποιεί την εκφραστική δύναμη της ματιέρας, με επικολλήσεις υλικών που εσωματώνονται στην επιφάνεια του πίνακα. Οι χειρονομιακές επεμβάσεις (χαράγματα, σκισίματα, κηλίδες, γραφισμοί…) και η υποβλητική χρήση του χρώματος δημιουργούν μια προσωπική γραφή με έντονα δραματικό χαρακτήρα.
Ήταν από τους πρώτους έλληνες ζωγράφους που προσχώρησαν στην αφηρημένη τέχνη και λειτούργησαν ως πρωτοπόροι στον ελληνικό καλλιτεχνικό χώρο. Ωστόσο η καλλιτεχνική του παρουσία στην Ελλάδα, όσο ζούσε, ήταν πολύ περιορισμένη: σπάνιες συμμετοχές σε ομαδικές εκθέσεις, μια μόνο ατομική έκθεση στην Αθήνα (1950, Παρνασσός), μια στη Θεσσαλονίκη (1960, Τέχνη), και λίγες παρουσιάσεις του χαρακτικού του έργου μετά το 1980.
Εκπροσώπησε την Ελλάδα στις Μπιενάλε της Αλεξάνδρειας (1955), του Sao Paulo (1957) και της Βενετίας (1960, με τους Κοντόπουλο, Λαμέρα, Μυλωνά και Παπαδημητρίου), όπου μάλιστα κέρδισε το βραβείο της Unesco. Συμμετείχε επίσης στη Documenta III (1964, Kassel, Γερμανία), στο ελληνικό και στο διεθνές Περίπτερο της Expo 1970 στην Οζάκα (Ιαπωνία), στη Documenta Sammlung, Kunsteverein (Kassel, 1975) και σε πολλές άλλες διεθνείς διοργανώσεις. Παράλληλα παρουσίαζε το έργο του σε πολυάρριθμες ατομικές εκθέσεις εκτός Ελλάδας, σε γκαλερί και Μουσεία, σε Ευρώπη, Αμερική, Αυστραλία, Καναδά, Ισραήλ, Κύπρο. Η διεθνής του παρουσία τον καθιέρωσε ως έναν σημαντικό εκπρόσωπο της ευρωπαϊκής αφηρημένης τέχνης. Τιμήθηκε με το Χρυσό Μετάλλιο της πόλης της Οστάνδης (Βέλγιο 1961), με τον Ταξιάρχη του Φοίνικα (Ελλάδα, 1966) και με το βραβείο Gottfried von Herder του Πανεπιστημίου της Βιέννης (Αυστρία, 1978).
Το 1990, έτος του θανάτου του στην Αθήνα, συστάθηκε το Ίδρυμα Γιάννη και Zωής Σπυροπούλου, με στόχο τη μελέτη και προβολή του ζωγραφικού του έργου και την ενίσχυση των νέων καλλιτεχνών με τη θέσπιση ετήσιου βραβείου. Πρωταρχικό μέλημα του Ιδρύματος ήταν η οργανωμένη παρουσίαση της ζωγραφικής του καλλιτέχνη, που ήταν ελάχιστα γνωστή στην Ελλάδα. Έτσι, από το 1994 έως το 1998, πραγματοποιήθηκαν μεταθανάτιες αναδρομικές εκθέσεις του έργου του, στο Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης (Θεσσαλονίκη, 1994), στην Εθνική Πινακοθήκη (Αθήνα, 1955) και σε πολλές άλλες ελληνικές πόλεις. Η τελευταία μεγάλη αναδρομική του έγινε το 2010 στο Μουσείο Μπενάκη.
Έχουν κυκλοφορήσει μονογραφίες για το έργο του το 1962 (κείμενο Χρύσανθου Χρήστου), το 1989 (κείμενο Έφη Στρούζα, έκδοση-επιμέλεια Αίθουσα Τέχνης Νέες Μορφές) και το 2010 (κείμενο και επιμέλεια Γιάννη Παπαιωάννου).
Biography Source | Πηγή Βιογραφικού: Contemporary Greek Art Institute
View all works by Jannis Spyropoulos on Art.gr | Όλα τα έργα του Γιάννη Σπυρόπουλου στο Art.gr
The Jannis and Zoe Spyropoulos Foundation | Το Ίδρυμα Γιάννη και Zωής Σπυροπούλου